Να στηρίξουμε τον ουκρανικό λαό στην αντίστασή του κατά του πολέμου!

Θέσεις για Ουκρανία, υποβάλλεται στο ΠΣ της Αναμέτρησης από Τ.Αναστασιάδη

Κείμενο του Τ. Αναστασσιάδη, μέλος του Πανελλαδικού Συμβουλίου της Αναμέτρησης, Συνέλευση Νοτίων-Δυτικών-Πειραιά.

Θέσεις για τον ουκρανικό πόλεμο και τη δική μας στάση

1) Η εισβολή του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία αποτελεί “ιμπεριαλιστική” επίθεση[1]. Οι αναλύσεις μπορεί να διαφέρουν, για την πηγή αυτού του “ιμπεριαλισμού”[2], για την έκταση της δυναμικής του, για τις αιτίες της συγκεκριμένης εισβολής, ακόμα και για την λειτουργία της στην παγκόσμια αρένα των καπιταλιστών. Όμως, το θεμελιώδες είναι ότι πρόκειται για έναν άδικο πόλεμο ισχυρών ενάντια σε αδύναμους[3]. Και ειδικότερα πρόκειται για “εθνικού” τύπου καταπίεση -δηλαδή αμφισβήτηση με τα όπλα του δικαιώματος ενός πληθυσμού να υπάρχει ως πολιτική οντότητα και να αποφασίζει μόνος του και ελεύθερα για το είναι του.

2) Από τη σκοπιά αυτήν είναι ζήτημα αρχής[4] της αριστεράς να πάρει καθαρή θέση στον πόλεμο που διεξάγεται: Πρέπει να τοποθετηθεί στο πλευρό των αδύναμων, αυτών που υφίστανται την επίθεση και αγωνίζονται εναντίον της, δηλαδή στο πλευρό του ουκρανικού λαού. Το δικαίωμα ενός λαού, ενός πληθυσμού, ενός έθνους, να αυτοκαθορίζεται ο ίδιος, αποτελεί βασική συνιστώσα ενός χειραφετητικού προγράμματος.

3) Αυτό σημαίνει, πρώτον, ότι σε αυτό τον πόλεμο, η αριστερά δεν μπορεί να είναι αδιάφορη: δεν πρόκειται για έναν “πόλεμο” που απλώς γίνεται κάπου εκεί έξω, χωρίς υποκείμενα και χωρίς ευθύνες. Υπάρχει στρατιωτική επίθεση από κάποιον (το ρώσικο στρατό) και υπάρχει και αμφισβήτηση και αντίσταση σε αυτό τον πόλεμο. Η αριστερά οφείλει να τοποθετηθεί κατά του πολέμου που διεξάγει η Ρωσία και, άρα, υπέρ όσων τον καταπολεμούν, κυρίως του ουκρανικού λαού (και ασφαλώς και της ρώσικης αριστεράς), δηλαδή υπέρ του πολέμου που διεξάγει ο ουκρανικός λαός.

4) Για τον ίδιο λόγο που δεν μπορεί να είναι αδιάφορη, η αριστερά δεν μπορεί να μένει ούτε ουδέτερη, και υποτιθέμενα “ειρηνόφιλη”[5] γενικά (αυτό που λέγεται “πατσιφισμός”), ή “ενάντια και στις δύο πλευρές”[6]. Ο ρώσικος στρατός έχει άδικο και, για αυτό, απαιτούμε να αποσυρθεί και, αν δεν το κάνει από μόνος του, πρέπει να υποχρεωθεί να αποσυρθεί, δηλαδή να ηττηθεί σε αυτή τη φιλοδοξία του[7]. Οι Ουκρανοί έχουν δίκιο στον αγώνα τους για να αποσυρθεί ο ρώσικος στρατός από την επικράτειά τους και, για αυτό, οφείλουμε να τους υποστηρίξουμε, πολιτικά και υλικά[8].

5) Επίσης η αριστερά, εξορισμού, δεν μπορεί να υιοθετεί απόψεις ή στάσεις αδιαφορίας -με θεωρίες ότι δεν μας ενδιαφέρει τί γίνεται αλλού, μόνο με “τα δικά μας” ασχολούμαστε, ή “καμία ανάμειξη”. Ίσα-ίσα έχουμε αναγνωρίσει ότι ο καπιταλισμός και τα διάφορα συστήματα καταπίεσης και προβλημάτων που δημιουργεί αυτός έχουν διεθνή και παγκόσμια διάσταση[9]. Καμία επομένως στάση του τύπου “ο εχθρός είναι στη δική μας χώρα” δεν δικαιολογείται[10] και θα ήταν και προγραμματικά αυτοκτονική. Οι κατατρεγμένοι του κόσμου ολόκληρου μας χρειάζονται (χρειάζονται την αλληλεγγύη και τη στήριξή μας) και εμείς επίσης τους χρειαζόμαστε. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να εγκαταλείψουμε αυτή την αρχή τώρα -ίσα ίσα![11].

6) Η υποστήριξή μας στους καταπιεσμένους διεθνώς δεν γίνεται μόνο για λόγους αρχής, αφηρημένα διεθνιστικούς, ούτε μόνο γιατί αναγνωρίζουμε προγραμματικά τη διεθνή φύση της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης. Έχει και μια πολύ πιο “ιδιοτελή” σημασία: κάθε νίκη του συστήματος κυριαρχίας των ισχυρών, κάθε ήττα του δικού μας στρατοπέδου, ενισχύει και αλληλοτροφοδοτεί και τις δικές μας συνθήκες υποταγής, και αντίστροφα. Ο ιμπεριαλισμός, και η κάθε του έκφρασημεγάλη ή μικρή[12], (όπως και ο σεξισμός, η εκμετάλλευση, και οι άλλες σχέσεις κυριαρχίας), πρέπει να ηττηθεί, για να ενισχύσει το γενικότερο συσχετισμό των αδύναμων του πλανήτη παντού. Αντίστροφα, κάθε νίκη των ισχυρών επί των αδυνάτων τους δυναμώνει όλους μαζί.

7) Προφανώς, βρισκόμαστε σε έναν κόσμο όπου οι άρχουσες τάξεις, εγχωρίως αλλά και εξωτερικά (θεωρούν δικαίωμά τους να έχουν εξωτερικές “σφαίρες επιρροής”), δεν είναι μόνο σύμμαχες απέναντί μας[13], είναι ενίοτε και σε ανταγωνισμό μεταξύ τους[14]. Ειδικότερα για τη ρώσικη εισβολή στην Ουκρανία, είναι η ευκαιρία διάφορων δυτικών ιμπεριαλισμών να παραστήσουν ξαφνικά ότι ενδιαφέρονται για τον ουκρανικό λαό: όμως αυτό, όση υποκρισία[15] και να περιέχει, δεν αναιρεί το δίκαιο του ουκρανικού αγώνα[16]. Σε αυτά, πρέπει να ακολουθήσουμε τις θέσεις αρχής, που είχε από πάντα το σοσιαλιστικό κίνημα.

8) Κάθε συγκεκριμένη αντίσταση κατά μιας εθνικής καταπίεσης, μιας συγκεκριμένης εισβολής, πρέπει να στηριχτεί, ανεξάρτητα από το ποιοί άλλοι την υποστηρίζουν -και συνήθως υπάρχει πάντα κάποιος καλοθελητής “αντίπαλος” του καταπιεστή για να προσπαθήσει να επωφεληθεί. Επομένως, ορθά υποστηρίξαμε κάθε φορά τον αγώνα των καταπιεσμένων, ακόμα και αν στηρίχτηκε από αντίπαλους, ή “δικούς μας”, ιμπεριαλισμούς[17]. Δεν είναι επειδή, απέναντι στη ρωσική εισβολή ο ουκρανικός λαός υποτίθεται ότι “στηρίζεται” από τους νατοϊκούς, που παύει να έχει το δίκιο με το μέρος του (όπως και δεν είναι επειδή εξοπλίστηκαν από το ΝΑΤΟ οι Κούρδοι κατά του ISIS που έχασαν το δίκιο τους!).

9) Η ανάμειξη των αντίπαλων ιμπεριαλισμών (και των αρχουσών τάξεών τους) δεν γίνεται ποτέ για τα μάτια των αγωνιζόμενων, αλλά για να υποσκάψουν την ισχύ των αντιπάλων τους, για να κερδίσουν πόντους “επιρροής” και για να καθοδηγήσουν την ηγεσία των κινημάτων (μέσω τοπικών αρχουσών τάξεων)[18]. Αυτό όμως, όχι μόνο δεν τους μετατρέπει αυτόματα σε έμμεσους πολέμους ισχυρών (διιμπεριαλιστικούς), αλλά και αυτό είναι το κύριο κοινωνικό διακύβευμα του πολέμου, ιδιαίτερα σε έναν “εθνικό” πόλεμο όπου ο πληθυσμός δηλαδή διεκδικεί την πολιτική του οντότητα! Οι ίδιοι οι λαοί (ιδιαίτερα στα εθνικά) δεν είναι ποτέ “μαριονέτες”, όπως θα το ήθελαν οι ισχυροί, είναι πολιτικά υποκείμενα. Έτσι και ο πόλεμος της Ουκρανίας,  με κανέναν τρόπο δεν είναι “πόλεμος διά αντιπροσώπων”, σαν ο ουκρανικός λαός ειδικά να “είναι” πιόνι (σα να μην μπορεί να διεκδικήσει και να έχει τη δική του πολιτική οντότητα).

10) Ανάλογα ισχύουν και για την ανάμειξη του δικού μας ιμπεριαλισμού και της κυβέρνησής του, καθώς και των διάφορων διεθνών συσσωματώσεων στις οποίες συμμετέχει (ΕΕ, ΝΑΤΟ, διεθνείς οικονομικές ηγεσίες, ΔΝΤ, Worldbank, OMC, κλπ.). Τα ζητήματα αρχής (όπως να διαλυθεί η ΕΕ, το ΔΝΤ ή το ΝΑΤΟ, να γίνει σοσιαλισμός, παγκόσμια ειρήνη, κλπ.) που έχουμε δεν απαντούν στο ερώτημα της ανάμειξής τους, καθώς το “καμία εμπλοκή” θα ισοδυναμούσε με το να “αφήσουμε τους Ουκρανούς να πεθάνουν”. Επομένως, δεν καταγγέλουμε ούτε αρνιόμαστε τη “βοήθεια” προς τον ουκρανικό λαό γενικά. Η απάντησή μας οφείλει να είναι πιο συγκεκριμένη, στα σημεία, στη μέθοδο, στους όρους:

  • Για παράδειγμα, πρέπει να δεχτούμε και να ενισχύσουμε τις πολιτικές υποδοχής μεταναστών από την Ουκρανία[19] και με κανέναν τρόπο να καταγγείλουμε το δυτικό ιμπεριαλισμό που “αναμειγνύεται” βοηθώντας Ουκρανούς.
  • Πρέπει να σκεφτούμε και πιο πέρα και να είμαστε έτοιμοι για να εμποδίσουμε την ανάμειξη δικών τους στρατευμάτων, αλλά επίσης να αντιταχθούμε στη στρατιωτικοποίηση των δυτικών κοινωνιών με το σκιάχτρο του ρώσικου ιμπεριαλισμού[20]. Εμείς είμαστε για να ηττηθεί ο τελευταίος, αλλά από το λαό και το μαζικό κίνημα της Ουκρανίας (και της Ρωσίας), όχι διά κηδεμόνων, και για αυτό πρέπει να ενισχυθεί ο ίδιος, πολιτικά και υλικά.
  • Ακόμα περισσότερο, πρέπει να πάμε πιο πέρα απ’ό,τι θέλουν αυτοί οι ιμπεριαλισμοί να κάνουν και από πιο ουσιαστική άποψη: για παράδειγμα (όπως το έχουν αναδείξει τα κοινωνικά κινήματα της Ουκρανίας) οφείλουμε να απαιτήσουμε τη διαγραφή των χρεών της Ουκρανίας (ξέρουμε άλλωστε από την περίπτωση της Ελλάδας, πόσο δημοφιλές αυτό είναι τους καπιταλιστικούς κύκλους τους)!
  • Εξίσου μη γενική και δογματική άποψη οφείλουμε να έχουμε απέναντι στις “κυρώσεις” τους κατά της Ρωσίας, όπως και με τη “βοήθεια” στην Ουκρανία. Το ότι εμείς (η αριστερά) δεν ελέγχουμε την εμβέλειά τους δεν είναι λόγος γενικής άρνησης ούτε, αντίθετα, γενικής υποστήριξής τους. Οφείλουμε να διαμορφώνουμε συγκεκριμένες θέσεις (με τη βοήθεια των Ουκρανών και των Ρώσων συντρόφων και με την εκτίμησή μας για την εμβέλειά τους). Έτσι, δεν μπορούμε να διαφωνήσουμε για “κυρώσεις” στη ρωσική ολιγαρχία (οικονομική ή πολιτική), το οποίο όμως, για να ήταν αποτελεσματικό, θα έπρεπε να αμφισβητεί και τους φορολογικούς παραδείσους και άρα και την ελευθερία και την αδιαφάνεια των παγκόσμιων αγορών! Αντίθετα, σε κυρώσεις που στρέφονται κυρίως κατά του ρώσικου λαού (ή και άλλων λαών) οφείλουμε να αντιτασσόμαστε.

Σε κάθε περίπτωση, δεχόμαστε την ενίσχυση του ουκρανικού λαού και της αντίστασής του, αρνούμενοι όμως κάθε εκβιαστικό χαρακτήρα στην οποιαδήποτε βοήθεια. Επειδή αυτό μπορεί να είναι πιο περίπλοκο απ’ό,τι φαίνεται, τον τελευταίο λόγο για την ανάγκη μιας βοήθειας οφείλουν να τον έχουν οι Ουκρανοί αγωνιστές, τα κινήματά τους και οι οργανώσεις τους.

11) Η αλληλεγγύη και η στήριξή μας σε έναν δίκαιο αγώνα είναι πάντα αμέριστη και χωρίς όρους[21] και αυτό για δύο λόγους: πρώτον, γιατί προγραμματικά οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε τα θύματα, όχι ως απλά αντικείμενα, αλλά ως πραγματικά υποκείμενα[22] και, δεύτερον, για να έχουμε την ελευθερία να έχουμε τις δικές μας απόψεις -και να τις λέμε- χωρίς αυτές να λειτουργούν εκβιαστικά. Έτσι, οφείλουμε να υποστηρίξουμε τους ίδιους τους Ουκρανούς στον πόλεμο που διεξάγουν κατά της ρωσικής εισβολή και, κυρίως, να δεχτούμε να τους στηρίξουμε σε ό,τι αποφάσεις παίρνουν οι ίδιοι για το πώς να τον διεξάγουν. Για αυτό, ιδιαίτερα, στηρίζουμε την αντίστασή τους, ένοπλη ή άοπλη -δεν ανήκει στη δική μας υπεροψία να αποφασίσουμε στη θέση τους για το τί είναι καλύτερο για αυτούς[23].

12) Ένας αγώνας είναι δίκαιος και πρέπει να υποστηριχτεί, άσχετα, όχι μόνο από τις επιμέρους αντιλήψεις των ανθρώπων που τον διεξάγουν, αλλά επίσης και άσχετα από τη φύση των ηγεσιών τους[24]. Ένας λαός, ένα έθνος, που αγωνίζεται ενάντια σε έναν κατακτητή, εξακολουθεί να είναι μια κοινωνία που διαπερνάται από ταξικές, πατριαρχικές, κλπ., σχέσεις, δεν είναι ποτέ ομοιογενής, έστω και αν ο ίδιος ο ιδιαίτερος αγώνας μπορεί να ενέχει στοιχεία, επιφανειακά, “ομοψυχίας” -απέναντι στον κατακτητή.

13) Παρά την ποικιλομορφία των αγώνων εθνικής απελευθέρωσης, η έκβασή τους κρίνεται πάντα από την γενικότερη δυναμική κοινωνικής απελευθέρωσης που δημιουργεί. Για αυτό,

  • Πρώτον, η υποστήριξη των Ουκρανών στον πόλεμο, δεν είναι μόνο ενάντια στην εθνική τους καταπίεση, είναι και για τη γενικότερη χειραφέτηση των κοινωνικών (εργάτες), εθνοτικών (ρομά), έμφυλων, κλπ. ομάδων.
  • Δεύτερον, η ηγεμονία της τοπικής αστικής τάξης τείνει να αμφισβητηθεί από την ίδια τη δυναμική του αγώνα, ακόμα και όταν είναι απλώς εθνοαπελευθερωτικός[25], καθώς αυτός εξορισμού γίνεται για να μετατρέψει τους καταπιεσμένους σε πολιτικά υποκείμενα.
  • Τρίτον, η τελική έκβαση θα εξαρτηθεί και από την ηγεμόνευση του αγώνα από τα κοινωνικά καταπιεσμένα στρώματα και τις δικές τους βουλήσεις, σε βάρος των προγραμμάτων της άρχουσας τάξης (π.χ. ολιγάρχες, κλπ.), για αυτό και έχει μεγάλη σημασία το κοινωνικό πρόγραμμα του πολέμου και η αμφισβήτηση της αστικής ηγεμονίας έμπρακτα και, ακριβώς για τη διεξαγωγή του.
  • Τέταρτον, για αυτό ακριβώς, τέλος, και η ενίσχυση των ομάδων, των κομμάτων, των συνδικάτων, των συλλογικοτήτων (μικρών ή μεγάλων) που συγκροτούν την αγωνιζόμενη και μαχόμενη κατά του κατακτητή κοινωνία έχει ακόμα περισσότερη σημασία.

14) Σε αυτόν τον κοινωνικό πόλεμο (που είναι τελικά και ο εθνικός), στον πόλεμο του ουκρανικού λαού κατά του ιμπεριαλισμού, τεράστια ευθύνη έχει η αριστερά και ιδιαίτερα η διεθνής[26]. Καταρχήν για να μη χαρίσει την εθνική απελευθέρωση στις αστικές τάξεις, αρνούμενη να συμπαραταχθεί στον αγώνα των Ουκρανών για αυτήν. Κατά δεύτερον, γιατί έχει να αποκρούσει τα στοιχεία εκβιασμού που η “βοήθεια” των αντίπαλων ιμπεριαλιστών αναγκαστικά έχει, για την εξουδετέρωση του ίδιου του λαού και τη “δορυφοροποίηση” της χώρας τους. Κατά τρίτον, καθώς η πάλη των τάξεων, η ιδιαίτερη πάλη των καταπιεσμένων, όχι μόνο δεν ακυρώνεται από έναν πόλεμο, αλλά και είναι ίσως το κύριο διακύβευμά του και ο κύριος τρόπος για να ολοκληρωθεί νικηφόρα, μας εντάσσει αναγκαστικά σε αυτή. Με καθήκον για εμάς, για όλη την υπόλοιπη αριστερά στον κόσμο, και κυρίως για τις εργαζόμενες τάξεις, τα συνδικάτα, τις κοινωνικές συλλογικότητες των από κάτω, και όλους τους καταπιεσμένους, όλων των ειδών, να σταθούμε στο ύψος των αδελφών μας στην Ουκρανία και τη Ρωσία, που και μας το ζητάνε και το χρειάζονται. Για να ηττηθεί η ιμπεριαλιστική εισβολή, για να νικήσει η κοινωνική απελευθέρωση, στην Ουκρανία, στη Ρωσία, αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο.

τί πρέπει να κάνουμε:

α) Να αναγνωρίσουμε τα ώς τώρα λάθη μας και τις ελλείψεις μας, ιδιαίτερα στις τοποθετήσεις μας ώς τώρα[27].

β) Να μη διστάσουμε να έρθουμε σε αντιπαράθεση με το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής αριστεράς, που στην ουσία έχει χρεοκοπήσει στο καθήκον της της υποστήριξης του ουκρανικού αγώνα. Ψάχνοντας δικαιολογίες και “θεωρίες” για να δικαιολογηθεί, σκοτώνοντας κάθε αρχή υποστήριξης των καταπιεσμένων και αναγνώρισης της αναγκαιότητας αυτο-χειραφέτησής τους και, στην πράξη, συντασσόμενη με τον ιμπεριαλισμό (με μόνη φροντίδα να ηττηθούν οι Ουκρανοί).

δ) Να έρθουμε άμεσα σε επαφή με κινήματα, συνδικάτα, συλλογικότητες, κλπ., που συγκροτούν την κοινωνία που πολεμάει. Ασφαλώς όχι για να τους πούμε (ή να τους επιβάλουμε) τα δικά μας γεωπολιτκά ή κοινωνικά σχέδια, αλλά για να τους ακούσουμε, να τους ρωτήσουμε τί χρειάζονται και να το οργανώσουμε, κλπ. Μπορούμε επίσης να ενταχθούμε στα δίκτυα υποστήριξης του ουκρανικού λαού[28] απέναντι στον πόλεμο της Ρωσίας.

ε) Να μεταφέρουμε το λόγο τους, τις απόψεις τους, τους αγώνες τους, τόσο στην αντίσταση όσο και στην πολιτική και κοινωνική τους πραγματικότητα, στην ελληνική κοινωνία. Και να προσπαθήσουμε να τους βοηθήσουμε σε ό,τι αυτοί χρειάζονται (και όχι σε ό,τι κάποιος παντογνώστης στρατηγός από εδώ φαντασιώνεται ότι αυτός τα ξέρει καλύτερα).

στ) Να σταματήσουμε να αναπαράγουμε άκριτα την πουτινική προπαγάνδα (όπως περί ναζιστικού έθνους ή “μη έθνους”) και να αναζητήσουμε την πραγματικότητα, ακόμα και όταν υπάρχουν ερωτήματα, πραγματικά ή φανταστικά, για την ιστορία, για την κοινωνική και την πολιτική πραγματικότητα, για το βάρος του καπιταλισμού (και των ολιγαρχών), κλπ.[29]. Βάζοντας πάντα τους ίδιους τους Ουκρανούς, αλλά και τους Ρώσους, στο επίκεντρο….

Τάσος Αναστασιάδης

Υποβάλλεται στο ΠΣ της Αναμέτρησης για τη σχετική συζήτηση, 19/5/2022

Σημειώσεις:

[1] Όπως το διευκρίνισε η ρωσική ηγεσία (αμφισβητώντας την εθνική ύπαρξη του ουκρανικού λαού), όπως το λέει ο ίδιος ο ουκρανικός λαός, όπως το ερμήνευσε η ανεξάρτητη ρωσική αριστερά και όπως το υπονοεί ακόμα και η δυτική αριστερά στην πλειοψηφία της (που ζητάει, καμιά φορά ρητορικά, την “απόσυρση του ρωσικού στρατού”).

[2] Είναι η καπιταλιστική συσσώρευση; είναι η αναζήτηση πόρων; είναι επέκταση πολιτικής επιρροής; είναι τοποθέτηση σε διιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό; Ακόμα και ο όρος αμφισβητείται ενίοτε. Αλλά η ουσία της επίθεσης παραμένει και δεν αμφισβητείται.

[3] Όπως έχουμε δει επανειλημμένα στην ιστορία, ιδιαίτερα με την αποικιοκρατία, αλλά και πρόσφατα με τους πολέμους των δυτικών ιμπεριαλισμών ή και μικρότερων (π.χ. Ρουάντα, Γιουγκοσλαβία, Υεμένη).

[4] “Ζήτημα αρχής”, με την έννοια ότι στο θεμέλιο της κοινωνίας μας, των “αρίστων” της αγοράς, οι σχέσεις εκμετάλλευσης και καταπίεσης, όλες, δένονται μεταξύ τους. Ο μισογυνισμός, ο ρατσισμός, η εθνική υπεροψία, κλπ., αποτελούν αλληλοτροφοδοτούμενο σύνολο. Δεν μπορούμε να αρνηθούμε το ένα, χωρίς να δηλητηριάσουμε τη ρίζα του άλλου.

[5] Και αυτό είναι προγραμματικό ζήτημα, γενικότερα. Γιατί είμαστε πράγματι “ειρηνόφιλοι”, όπως είμαστε και κατά των βιασμών, κατά της εκμετάλλευσης, κλπ. Όμως εκμετάλλευση υπάρχει και στους εργατικούς αγώνες πρέπει να υποστηρίζουμε τους εργάτες, επίσης βιασμοί γίνονται και πρέπει να υποστηρίζουμε τα θύματα, ακόμα και αν έχουμε την άποψη (σωστή), και επειδή ακριβώς την έχουμε, πως ο βιασμός είναι κακός, ο πόλεμος είναι κακός και η εκμετάλλευση το ίδιο. Και δεν καταπολεμούνται με βερμπαλιστικούς εξορκισμούς. Για τον ίδιο λόγο, επίσης, αρνούμαστε και κάθε στάση “δικαιολόγησης” (ακόμα και υπαρκτής ή πραγματικής -όπως τα γνωστά “προκλήθηκε όμως” από το θύμα) του βιασμού, της εθνικής καταπίεσης (και εισβολής), κλπ.

[6] Ο λόγος που δεν μπορεί να είμαστε “ουδέτεροι” δεν είναι (μόνο) ηθικός είναι και πολιτικός: Γιατί στάσεις του τύπου “εμείς δεν είμαστε αιμοβόροι και δεν ασχολούμαστε με πολέμους αλλά με το ψωμί των ανθρώπων” και άρα “όλοι αυτοί που πολεμούν, να καταθέσουν τα όπλα, να γίνει ειρήνη,” κλπ., όχι μόνο εξισώνουν τους θύτες με τα θύματα, αλλά επιπλέον αφήνουν τους ισχυρούς να επιβάλουν την ισχύ τους, αφού καλεί τα θύματα να την αποδεχτούν και να μην την αμφισβητήσουν.

[7] Ο ιμπεριαλισμός πρέπει να ηττηθεί τόσο στο σύνολό του (ως έκφραση της συσσώρευσης του κεφαλαίου με πολιτικά και στρατιωτικά μέσα) όσο και στην κάθε συγκεκριμένη του έκφραση (εδώ ο ρώσικος ιμπεριαλισμός). Και αυτό είναι ζήτημα αρχής: προφανώς, η καταδίκη ενός βιαστή δεν λύνει το πρόβλημα μιας κοινωνίας που παράγει βιαστές, όμως εμείς είμαστε στο πλευρό των βιασμένων και για την καταδίκη των κάθε φορά συγκεκριμένων βιαστών (ή δολοφόνων, κλπ.), αρνούμενοι να μεταθέσουμε τις συγκεκριμένες καταπιέσεις σε ένα ονειρικό μέλλον.

[8] Για τον ίδιο λόγο, δεν μπορεί να υπάρχει και υπεκφυγή, του τύπου “ούτε με τον έναν ούτε με τον άλλο” (με ανάλογη ευθύνη δηλαδή!), αλλά ούτε και -ακόμα χειρότερη υπεκφυγή- αν εξαφάνιζε τον ουκρανικό λαό από υποκείμενο (όπως “ούτε ΝΑΤΟ ούτε Ρωσία” -οι Ουκρανοί δεν μετράνε ως άνθρωποι…), τουλάχιστον ειδικά με τον συγκεκριμένο πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας… Το ίδιο άλλωστε ισχύει και με την αναγωγή σε “εθνικιστικές” διενέξεις, “αντιδραστικές” εκ των προτέρων, χωρίς θεμελιακό διαχωρισμό του εθνικισμού των καταπιεσμένων από τον εθνικισμό των καταπιεστών…

[9] Όχι μόνο το κλίμα, αλλά π.χ. οι ανισότητες στην ανάπτυξη και τα εισοδήματα, τα προβλήματα χρέους, οι διεθνείς εντάξεις, όπως η ΕΕ ή το ΝΑΤΟ ή το ΔΝΤ, κλπ.. Δεν υπάρχει “εθνική” απάντηση σε όλα αυτά, που να σημαίνει “καμία ανάμειξη” από εμάς… Ακόμα άλλωστε και αν θέλαμε πράγματι να αδιαφορήσουμε, δεν το μπορούμε: πρόσφυγες έρχονται, π.χ., και πρέπει να τοποθετηθούμε: καλώς τους δέχεται η Ελλάδα του Μητσοτάκη ή κακώς (γιατί “μας εμπλέκει” ή “στοχοποιούμαστε”)? Και τα ερωτήματα μπορεί να είναι πολλά και δεν απαντιούνται με “αδιαφορία” ή με μια δογματική καταγγελία του ο,τιδήποτε κάνει η αστική μας κυβέρνηση (όπως το δείχνει το παράδειγμα των ουκρανών προσφύγων) -για τα δικά της προφανώς συμφέροντα.

[10] Γιατί δεν αληθεύει (η “διεθνής” του κεφαλαίου, ίσα-ίσα, δεν έχει πατρίδα…) και γιατί ισοδυναμεί, πρακτικά, με το να αφήσουμε τους ισχυρούς, τους καταπιεστές, τους ιμπεριαλιστές να αλωνίζουν όταν ακριβώς τα θύματα χρειάζονται κυρίως την αλληλεγγύη μας!

[11] Αυτό είναι που κάναμε από την πρώτη στιγμή στην ιστορία μας, από τον 19ο αιώνα (ίσως και πιο πριν): εμείς θέλουμε [στην πραγματικότητα δεν είναι “βούληση” είναι αναγκαιότητα] καθολική χειραφέτηση και βοηθάμε τους απόκληρους, τους χτυπημένους, τους καταπιεσμένους, σε όλη την υφήλιο  Προφανώς ανάλογα με τις δυνατότητές μας και καλύτερα ή χειρότερα, όμως το ζήτημα αρχής ήταν από πάντα να ενδιαφερθούμε και να βοηθήσουμε για το Βιετνάμ ή τη Χιλή του Αλλιέντε, τον ισπανικό εμφύλιο, την Αιθιοπία απέναντι στους Ιταλούς ή την Κίνα απέναντι στους Ιάπωνες, τους Κούρδους, τους Σύριους, κλπ., κλπ.

[12] Η άποψη αυτή έχει αμφισβητηθεί από την αναβίωση μιας παλιάς υπόθεσης, του Κάουτσκι, για το ενδεχόμενο ενός “υπεριμπεριαλισμού” που θα κυριαρχούσε πλανητικά. Μπορεί ο Λένιν να το χαρακτήρισε “υπερανοησία”, όμως δυστυχώς, με αφορμή την Ουκρανία, μερικοί βρήκαν, έτσι, δίκια σε σφαγές των μικρότερων ιμπεριαλισμών, εξαιτίας της “ασφιξίας” τους από τον παγκόσμια κυρίαρχο δυτικό ιμπεριαλισμό. Την αταξική αυτή ανάλυση την ξαναβρίσκουμε και στους κακόμοιρους μικροκαπιταλιστές που δικαίως εξοντώνουν τους εργαζομένους τους χάρη στις πολυεθνικές, αλλά δεν μπορούμε να το συζητήσουμε αυτό εδώ.

[13] Το “εμείς” αφορά εδώ όλους τους εργαζόμενους, τους λαούς, τις γυναίκες, τις μειονότητες, κλπ., αλλά και τον ίδιο τον πλανήτη!

[14] Έτσι, ο κάθε ισχυρός σερβίρει τον κόσμο ως έναν κόσμο μόνο ισχυρών, όπου οι αδύναμοι και οι καταπιεσμένοι, δεν είναι παρά απλές μαριονέτες ή πιόνια των ανταγωνιστών τους: π.χ. σε κάθε συγκεκριμένο εργατικό αγώνα, ο επιχειρηματίας παρουσιάζει τους αγωνιζόμενους ως “πράκτορες” των ανταγωνιστών του και ενίοτε η υποστήριξη των τελευταίων είναι πραγματική. Το ίδιο γίνεται και στα ζητήματα εθνικής καταπίεσης και στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις.

[15] Προφανώς, η υποκρισία είναι ατελείωτη, ακόμα και για την Ουκρανία. Π.χ. οι δυτικοί κατέκριναν ήδη την πρώτη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία (το 2014), όμως ό,τι και να έλεγαν, συνέχισαν να τροφοδοτούν με όπλα το ρωσικό στρατό (τουλάχιστον ώς το 2021, κυρίως Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία)! Υποκρισία που, δυστυχώς, είναι παράλληλη μιας δυτικής (και πολιτικά χρεοκοπημένης) αριστεράς που θέλει να παραστήσει την ειρηνόφιλη και “αντινατοϊκή”, αλλά δεν έκανε ούτε μία κινητοποίηση ενάντια σε αυτή τη ροή νατοϊκών όπλων στη Ρωσία με τα οποία, μεταξύ άλλων, διεξάγεται ο ρωσικός ιμπεριαλιστικός πόλεμος ενάντια στην Ουκρανία (όπως και ο προηγούμενος ενάντια στη συριακή επανάσταση).

[16]  Το ίδιο συμβαίνει και με τους Παλαιστίνιους π.χ. και τη “στήριξή” τους από διάφορους επεκτατισμούς, σαουδαραβικούς, ιρανικούς, κλπ.

[17] Π.χ. ο ιρλανδικός αγώνας στηρίχτηκε από τον Κάιζερ (το 1916) και από τους ναζί το 1940, οι αντάρτες στην υπό κατοχή Ευρώπη, στηρίχτηκαν (και μάλιστα ένοπλα) από τον βρετανικό ιμπεριαλισμό, η αλγερίνικη επανάσταση εξοπλίστηκε εν μέρει από την CIA και το σύνολο σχεδόν του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού υποστήριξε την Κίνα κατά της ιαπωνικής εισβολής το 1937, ενώ τέλος, εκεί όπου αρνήθηκαν οι δικοί “μας” ιμπεριαλιστές να βοηθήσουν, τα εργατικά κινήματα το απαιτούσαν (είναι η περίπτωση της Ισπανικής Δημοκρατίας το 1936).

[18] Όπως το δείχνει η εμπειρία των Κούρδων, αλλά και γενικότερα: δεν είναι για το καλό του λαού που ο βρετανικός ιμπεριαλισμός όπλισε τα αντάρτικα κινήματα (μεταξύ τους και ο ΕΛΑΣ) στην ναζιστική κατοχή. Είναι για να τους εκβιάσουν, να τους επηρεάσουν και να υποσκάψουν τους αντιπάλους τους ιμπεριαλιστές.

[19] Και μάλιστα να το χρησιμοποιήσουμε για διεύρυνση των μεταναστευτικών δικαιωμάτων στην Ευρώπη.

[20] Αν το δεύτερο ήδη υπάρχει, το πρώτο προς το παρόν το αρνούνται μετά βδελυγμίας οι δυτικοί ιμπεριαλισμοί, ό,τι αυταπάτες και να είχε η ουκρανική ηγεσία, ακόμα περισσότερο που χρησιμοποιείται ακριβώς για να βιαστούν να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ Σουηδία, Φιλανδίες, κλπ. Δεν είναι μόνο το κόστος που έτσι αποφεύγουν, όπως τον κίνδυνο να δημιουργήσουν πράγματι δι-ιμπεριαλιστικό πόλεμο, είναι και οι κίνδυνοι διεύρυνσης της σύρραξης, που και εμάς μας ενδιαφέρει προφανώς.

[21] Έτσι, υποστηρίζουμε αμέριστα και χωρίς όρους μια κοπέλα που βιάστηκε, ακόμα και αν διαφωνούμε με την απόφασή της να μην το καταγγείλει στην αστυνομία (ή το αντίστροφο) και υποστηρίζουμε έναν εργατικό αγώνα απέναντι στο κεφάλαιο, ακόμα και αν δεν μας αρέσει η ρεφορμιστική του ηγεσία ή άσχετα από την ενδεχόμενη αυταπάτη των εργατών στο διεκδικητικό του πλαίσιο.

[22] “Η χειραφέτηση των εργαζομένων θα είναι το έργο των ίδιων των εργαζομένων”, το οποίο ισχύει για όλες τις καταπιέσεις (γυναίκες, εθνικές καταπιέσεις, μετανάστες, κλπ.). Και ισχύει ιδιαίτερα και για την πολιτική ύπαρξη, δεν είναι το “κόμμα” ή “αριστερά” (και δη δυτική!) που φέρνει εκ των έξω τη “χειραφέτηση”…

[23] Ακόμα και αν είχαμε την άποψη (όπως φαίνεται πως υπάρχει), ότι καλύτερα να καταθέσουν τα όπλα, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε εκ των προτέρων ότι δεν το αποφασίζουμε εμείς και ότι η δική μας άποψη δεν μπορεί να είναι εκβιαστική (του τύπου “θα κάνετε το εξής, αλλιώς δεν σας υποστηρίζουμε”): ακριβώς το αντίστροφο, ό,τι γνώμη και να έχουμε εμείς, και την λέμε, δεν εξαρτά την αλληλεγγύη και τη στήριξή μας σε ό,τι αποφασίσουν οι ίδιοι.

[24] Η στήριξη ενός δίκαιου αγώνα, άσχετα από τη φύση της ηγεσίας του, είναι διαίτερα σημαντικό για εργατικούς ή άλλους κοινωνικούς και οικολογικούς αγώνες, αλλά και ιδιαίτερα για τους εθνικούς αγώνες, όπως σήμερα των Ουκρανών. Όσο αποκρουστικός και να ήταν ο “σφαγέας της Σαγκάης”, Τσανγκ Κάι Σεκ, η αριστερά υποστήριξε τον πόλεμο της Κίνας του Τσανγκ Κάι Σεκ απέναντι στην ιαπωνική εισβολή το 1937 (υπήρχαν και εξαιρέσεις, ευτυχώς λιγότερες απ’ό,τι συμβαίνει σήμερα…) και το ίδιο συνέβη και με τον Χαϊλέ Σελασιέ απέναντι στην εισβολή του Μουσολίνι. Επίσης το ίδιο, η αριστερά γενικότερα (και ορθά!) κατάγγειλε την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ (και τις δύο φορές) παρά την πολιτική “δημοκρατικότητα” των ΗΠΑ και την αποκρουστικότητα του Σαντάμ Χουσεΐν.

[25] Αυτή είναι η περίπτωση των αντάρτικων κινημάτων στην υπό ναζιστική κατάληψη Ευρώπη, π.χ. στην Ελλάδα.

[26] Ευθύνη με την έννοια ότι η παράδοση των αγώνων ενάντια στην εθνική καταπίεση στις άρχουσες τάξεις, με θεωρίες όπως ότι “οι εργαζόμενοι δεν έχουν πατρίδα” ή ότι αυτές είναι “εθνικιστικές” ή “αστικές διενέξεις”, πέραν των άλλων υποσκάπτει τον εσωτερικό συσχετισμό των αγωνιζόμενων που αμφισβητούν την αστική ηγεσία τους (όπως τώρα με τους εργάτες της Ουκρανίας που, για να κερδίσουν, τον πόλεμο κατά της Ρωσίας δίνουν συγκεκριμένους αγώνες κατά των νεοφιλελεύθερων πολιτικών της κυβέρνησής τους -απολύσεις, δάση, ωράρια, απαγορεύσεις-, ενώ η κυβέρνησή τους τους λέει χοντρικά ότι είστε χαμένοι από χέρι, η διεθνής αριστερά δεν σας βοηθάει, άρα μόνο το ΝΑΤΟ θα μπορούσε να βοηθήσει…).

[27] Οι ανακοινώσεις που συγκροτούν την ώς τώρα “θέση” της Αναμέτρησης συνοψίζονται στα εξής πολιτικά σημεία: 1. Στην 1η ανακοίνωση (25/2/2022) ζητείται ο διαμελισμός της Ουκρανίας. 2. Στην 2η ανακοίνωση (27/2/2022) τίθεται το “δικό μας” δια ταύτα: καμία βοήθεια προς τους Ουκρανούς. 3. Στην 3η ανακοίνωση (2/3/2022) ορίζεται το τί πρέπει να κάνουν οι Ουκρανοί: να σταματήσουν να αντιστέκονται (με τη μορφή των “ίσων αποστάσεων” -στρατός και ο ένας στρατός και ο άλλος). 4. Στην 4η ανακοίνωση (7/4/2022) κατονομάζεται ο εχθρός των λαών, που είναι οι Ουκρανοί (διά του εκλεγμένου εκπροσώπου τους) ως οι βασικοί υπεύθυνοι για τον πόλεμο, ως πράκτορες της “επιθετικής νατοϊκής επέκτασης στην Ανατολική Ευρώπη”. Βρίσκονται δηλαδή (για να το πω ευγενικά) ακριβώς στον αντίποδα των θέσεων που εκφράζονται στο παρόν κείμενο και για αυτό πρέπει να ακυρωθούν.

[28] Όπως π.χ. το European network for solidarity with Ukraine (ENSU), υπάρχουν και άλλα, όπως αναρχικά Operation Solidarity, αρκεί να το θελήσουμε…

[29] Υπάρχουν πολλά θέματα που μπορούν (ή θα πρέπει) να ερευνηθούν. Δεν τα απαριθμούμε εδώ, αλλά έχουν εκφραστεί ήδη στις συζητήσεις των συνελεύσεων και θέτουν πρόβλημα, ενίοτε ακόμα και ενημέρωσης! Για παράδειγμα, το Μαϊντάν, η λαϊκή εξέγερση που κατάφερε όχι μόνο να ρίξει τη λαομίσητη κυβέρνηση του Γιανουκόβιτς, αλλά και να αποδιαρθρώσει τους κρατικούς κατασταλτικούς μηχανισμούς (αστυνομία και στρατό -σε βαθμό μάλιστα που η ρώσικη εισβολή στην Κριμαία έγινε χωρίς καν μια τουφεκιά!). Ποιά ήταν η κοινωνική πραγματικότητα στην οποία πάτησαν οι ρωσικές φασιστικές συμμορίες που κατέλαβαν τα ανατολικά? Τί ήταν το Μαϊντάν (και το αντι-Μαϊντάν)? Ή για τις ακροδεξιές, σε αυτές τις χώρες (Ουκρανία, Ρωσία, ..), ή ειδικότερα στις λεγόμενες “λαϊκές δημοκρατίες”, αλλά και γενικότερα (Ελλάδα, Γαλλία). Ή τί ακριβώς έγινε στην Οδησσό με το κάψιμο του κτιρίου των συνδικάτων? Ποιά ήταν η εμβέλεια της πολιτικής “ουκρανοποίησης” (αλλά και της “αποκομμουνιστικοποιίησης”) της προηγούμενης κυβέρνησης Ποροσένκο και πώς τίθενται τα ζητήματα των μειονοτήτων στην Ουκρανία (Ρώσοι, Τατάροι, κλπ.)? Ποιά είναι η πραγματικότητα στα ανατολικά ή στην Κριμαία σήμερα, μετά τους διωγμούς των πληθυσμών? Είναι ίσως πολλά τα ζητήματα, που μπορούμε να τα αφήσουμε ανοικτά, για έρευνα και συζήτηση.