Τα τελευταία δύο χρόνια, ο κόσμος έχει συγκλονιστεί από τη συνύπαρξη πολλών αγώνων. Σε αυτούς περιλαμβάνονται η ηρωική ουκρανική αντίσταση στη ρωσική εισβολή, η εξέγερση για την ελευθερία των γυναικών στο Ιράν, ο ανανεωμένος αγώνας για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης, η λαϊκή αντίσταση κατά του πολέμου στο Σουδάν και οι νέες κινητοποιήσεις κατά του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία.[1] Αυτά τα κινήματα έχουν το καθένα τη δική του δυναμική και ρυθμό. Η προσέγγιση αυτών των ξεχωριστών κινημάτων από μια κοινή προοπτική και σε διεθνή κλίμακα θέτει σοβαρά ερωτήματα για την Αριστερά: Είναι δυνατόν να υποστηριχθούν ταυτόχρονα όλοι αυτοί οι αγώνες παρά τα διακριτά χαρακτηριστικά και τις αντιφάσεις τους; Μπορούν αυτοί οι αγώνες να βρουν αλληλεγγύη μεταξύ τους;
Πολλοί αγωνιστές αναγνωρίζουν θεωρητικά ότι αυτά τα κινήματα αντιμετωπίζουν τον ίδιο παρακμασμένο παγκόσμιο καπιταλισμό και το ιμπεριαλιστικό κρατικό του σύστημα. Ωστόσο, οι διεθνείς και περιφερειακές πολιτικές διαμορφώνουν αυτούς τους αγώνες αντίστασης, καθιστώντας δύσκολο για αυτούς να ενωθούν ενάντια στον κοινό τους εχθρό. Για να το πετύχουν αυτό θα έπρεπε να κατανοήσουν ότι η αιτία της καταπίεσής τους δεν είναι οι «κακές κυβερνήσεις», αλλά ο καπιταλισμός – ένα κοινωνικό και οικονομικό σύστημα που κυριαρχείται από την ανάγκη να συσσωρεύεται συνεχώς κεφάλαιο και να αυξάνονται τα κέρδη παντού με οποιοδήποτε κόστος. Αυτό το σύστημα παράγει οικονομική κρίση, λιτότητα, γεωπολιτικό ανταγωνισμό, πολέμους, νεοαποικιακή καταλήστευση, χρέος και περιβαλλοντική καταστροφή.
Είμαστε αντιμέτωποι με την πρόκληση να διαμορφώσουμε μια πολιτική ικανή να ερμηνεύσει τον συστηματικό αντίπαλο που ενώνει αυτούς τους αγώνες από μέσα αλλά και τις καμπάνιες αλληλεγγύης που τους συνοδεύουν. Όπως υποστηρίζει ο Άσλεϊ Σμιθ, η οικοδόμηση «διεθνούς αλληλεγγύης από τα κάτω ανάμεσα σε καταπιεσμένα έθνη όπως η Παλαιστίνη, η Ουκρανία και η Ταϊβάν, καθώς και στους εκμεταλλευόμενους εργάτες τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Κίνα και σε όλο τον κόσμο» είναι πιο επείγουσα από ποτέ.[2] Ζούμε σε μια περίοδο εντεινόμενου πολέμου και γενοκτονίας (Ουκρανία, Παλαιστίνη, Σουδάν). Αλλά η σφυρηλάτηση αυτού του είδους της αλληλεγγύης είναι επίσης ένα όλο και πιο περίπλοκο καθήκον σε ένα σύστημα κρατών που σπαράσσεται από τον αυτοκρατορικό ανταγωνισμό μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών, της Κίνας και της Ρωσίας, καθώς και από τις αυξανόμενες διακρατικές συγκρούσεις.
Αυτοί οι ανταγωνισμοί και οι συγκρούσεις επηρεάζουν τους δημοκρατικούς αγώνες του εργαζόμενου λαού, οδηγώντας τους μερικές φορές να αντιπαρατίθενται μεταξύ τους. Για παράδειγμα, η υποστήριξη των δημοκρατικών κινημάτων στη Συρία και το Ιράν θεωρείται συχνά ως πρόκληση για τις υποτιθέμενες «αντιιμπεριαλιστικές» κυβερνήσεις που συγκροτούν τον λεγόμενο «άξονα αντίστασης» που αντιτίθεται στο γενοκτονικό σιωνιστικό σχέδιο. Επίσης, η υποστήριξη του δικαιώματος αυτοάμυνας του ουκρανικού λαού ενάντια στην ιμπεριαλιστική εισβολή του Πούτιν φαίνεται να έχει ως κόστος την ενίσχυση των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, των κύριων υποστηρικτών του γενοκτονικού πολέμου του Ισραήλ κατά της Παλαιστίνης.
Για να αποφύγουμε να γίνουμε επιλεκτικοί αντι-ιμπεριαλιστές διεθνιστές - των οποίων η υποστήριξη σε όλα τα απελευθερωτικά κινήματα είναι άνευ όρων «στη θεωρία», αλλά εξαρτάται από την εθνική θέση του καθενός στην πράξη, ή οι οποίοι εγκαθιδρύουν μια οντολογική ή ιστορική ιεραρχία μεταξύ των κινημάτων – η Αριστερά πρέπει να αναπτύξει μια ταξική ανάλυση ανεξάρτητη από τα συμφέροντα των κυβερνήσεων, η οποία να αγκαλιάζει το σύνολο των αγώνων, των κρατών και των πολέμων σε παγκόσμιο επίπεδο. Μια τέτοια ανάλυση πρέπει να δείξει τις συνδέσεις μεταξύ των διαφορετικών κινημάτων για την απελευθέρωση και τις ευκαιρίες για την δημιουργία άμεσων δεσμών αλληλεγγύης μεταξύ των διαφορετικών τομέων των εκμεταλλευόμενων και των καταπιεσμένων – δηλαδή τις δυνατότητες ενοποίησης αυτών των κινημάτων από τα κάτω.
Ενάντια στην επιλεκτική αλληλεγγύη
Ένας συνεπής διεθνισμός πρέπει να εγκαταλείψει το αυτοκαταστροφικό όραμα της σταδιακής απελευθέρωσης, το οποίο υποστηρίζει ότι κάποιοι αντιιμπεριαλιστικοί αγώνες πρέπει να «περιμένουν» ή, ακόμη χειρότερα, αποτελούν εμπόδιο για άλλους. Αυτό οδηγεί τμήματα της αριστεράς, για παράδειγμα, να υποστηρίζουν ότι οι άμεσες ανάγκες της ιρανικής νεολαίας ή της ουκρανικής αντίστασης πρέπει να «παραμεριστούν» επ’ αόριστον, προκειμένου «πρώτα» να ηττηθεί η ισραηλινή γενοκτονία κατά των Παλαιστινίων ή το σχέδιο του ΝΑΤΟ. Άλλοι υποβαθμίζουν την αντίθεση στην ισραηλινή γενοκτονία για να κερδίσουν την εύνοια των Ηνωμένων Πολιτειών και να εξασφαλίσουν την υποστήριξή τους προς την Ουκρανία εναντίον της Ρωσίας. Αυτή η λογική υποτάσσει ορισμένους δημοκρατικούς αγώνες στα συμφέροντα άλλων, υποτίθεται «πιο σημαντικών»∙ στην πορεία καταστρέφει τη βάση για οποιαδήποτε συνεκτική διεθνή αλληλεγγύη.
Στην πραγματικότητα, αυτή η αντίληψη της απελευθέρωσης «σε στάδια» αντιμετωπίζει ορισμένους ιμπεριαλισμούς ως «μικρότερα κακά» που δεν πρέπει να καταπολεμηθούν έμπρακτα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ανοίγει την πόρτα σε σιωπηρή υποστήριξη αυτών των «μικρότερων κακών». Αυτή η προσέγγιση θέτει σε κίνδυνο κάθε αντιιμπεριαλισμό αρχών. Ακόμη χειρότερα, υπονομεύει τον πραγματικό μηχανισμό για τη συλλογική απελευθέρωση, ο οποίος πρέπει να αμφισβητήσει την ιμπεριαλιστική λογική (που ιεραρχεί αυτούς τους αγώνες και τους θέτει σε ανταγωνισμό) για να την αντικαταστήσει με την προλεταριακή λογική (που επιδιώκει μια συμμαχία μεταξύ όλων των εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων ενάντια στις δυνάμεις που τους χωρίζουν). Ένας συνεπής διεθνισμός πρέπει να αγκαλιάσει όλους τους γνήσιους αγώνες από τα κάτω και να τους διοχετεύσει σε μια διαδικασία διαρκούς επανάστασης – δηλαδή, μια διαδικασία αδιάκοπης πάλης ενάντια στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική ανισότητα μέχρι να επιτευχθεί η πλήρης απελευθέρωση σε όλο τον κόσμο.
Όπως το έθεσε ο Τρότσκι, ο στόχος είναι «μια επανάσταση που δεν κάνει συμβιβασμούς με καμία μορφή ταξικής κυριαρχίας, που δεν σταματάει στο δημοκρατικό στάδιο, που συνεχίζει στα σοσιαλιστικά μέτρα και τον πόλεμο ενάντια στην εξωτερική αντίδραση, δηλαδή, μια επανάσταση που το κάθε διαδοχικό της στάδιο είναι ριζωμένο στο προηγούμενο και που μπορεί να τελειώσει μόνο με την πλήρη κατάργηση της ταξικής κοινωνίας».[3] Εν ολίγοις, η διαρκής επανάσταση πρέπει να προσδώσει μια εργατική ταξική διεθνιστική προοπτική από την αρχή σε όλους τους αγώνες.
Διδάγματα από τον Δεύτερο Ιταλο-Αιθιοπικό Πόλεμο
Η μέθοδος της μαρξιστικής ανάλυσης που αναπτύχθηκε από τον Τρότσκι (και άλλους) είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για την κατανόηση της πολύπλοκης δυναμικής των πολέμων στην ιμπεριαλιστική εποχή και προσφέρει ένα πολύτιμο πλαίσιο για την ερμηνεία των σημερινών συγκρούσεων. Η σημερινή παγκόσμια κατάσταση, η οποία χαρακτηρίζεται, αφενός, από ανταγωνισμούς μεταξύ ιμπεριαλιστικών δυνάμεων με δύο χαλαρά μπλοκ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ και της Κίνας και, αφετέρου, από έντονους αγώνες για δημοκρατία και αυτοδιάθεση, παρουσιάζει ομοιότητες με την κρίση της παγκόσμιας τάξης που οδήγησε στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο[4].
Οι διεθνιστικές αναλύσεις του Τρότσκι για τον Δεύτερο Ιταλο-Αιθιοπικό Πόλεμο (1935-1936), την Ισπανική Επανάσταση (1936-1939) και τον Δεύτερο Σινο-Ιαπωνικό Πόλεμο (1937-1945), μας παρέχουν μια χρήσιμη μεθοδολογία για να κατευθύνουμε την Αριστερά στην αντιπαράθεση με όλους τους ιμπεριαλισμούς και την υποστήριξη όλων των εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων σήμερα.[5] Για τον Τρότσκι, ήταν ζωτικής σημασίας να αναλύσουμε τις πολλαπλές ιμπεριαλιστικές και ταξικές δυναμικές που δρούσαν σε καθέναν από αυτούς τους αγώνες. Κατά συνέπεια, ανέλυσε τον Δεύτερο Ιταλο-Αιθιοπικό Πόλεμο ως μέρος του συνόλου των ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων, των εθνικών αγώνων και των ταξικών αντιθέσεων σε παγκόσμια κλίμακα. Τον Οκτώβριο του 1935, ο Μουσολίνι εξαπέλυσε εισβολή στην Αιθιοπία στο πλαίσιο της ανόδου του φασισμού και του αυξανόμενου οικονομικού ανταγωνισμού της Ιταλίας με τη Γαλλία και τη Βρετανία για πρόσβαση σε νέες αγορές και πόρους. Η Ιταλία είχε χάσει τον προηγούμενο αποικιακό πόλεμο με την Αιθιοπία το 1896 και επεδίωκε τόσο να εξασφαλίσει μια τέταρτη αποικία στην Αφρική όσο και να τροφοδοτήσει το ρατσιστικό και εθνικιστικό της πρόγραμμα για να εκτρέψει την αυξανόμενη ταξική αναταραχή.
Αυτή η εισβολή οδήγησε σε έναν επτάμηνο πόλεμο, τον οποίο οι επαναστάτες σοσιαλιστές ανέλυαν ως καθοδηγούμενο από δύο αντιφάσεις: η πρώτη αντίφαση ή σύγκρουση ήταν ο αγώνας της Αιθιοπίας να εξασφαλίσει την εθνική της κυριαρχία ως ανεξάρτητη χώρα ενάντια στην ιμπεριαλιστική επιθετικότητα της φασιστικής Ιταλίας. Η Αιθιοπία ήταν ένα από τα λίγα μη αποικιοκρατούμενα εδάφη στην Αφρική∙ την ίδια στιγμή, αναπτύσσονταν οι αναδυόμενοι ενδιάμεσοι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί που θα οδηγούσαν στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτή η δεύτερη σύγκρουση μεταξύ της Γαλλίας και της Βρετανίας (στην οποία προστέθηκαν τελικά η ΕΣΣΔ και οι Ηνωμένες Πολιτείες) από τη μια και της Ιταλίας και της Γερμανίας (με την μετέπειτα προσθήκη της Ιαπωνίας) από την άλλη θα γινόταν η παγκόσμια σύγκρουση μεταξύ των δυνάμεων του Άξονα και των συμμαχικών δυνάμεων.
Ο Δεύτερος Ιταλο-Αιθιοπικός Πόλεμος διεξαγόταν σε μια διεθνή συγκυρία που ο Τρότσκι χαρακτήρισε ως εποχή «καταστροφικής εμπορικής, βιομηχανικής, αγροτικής και χρηματιστκής κρίσης, ρήξης των διεθνών οικονομικών σχέσεων, παρακμής των παραγωγικών δυνάμεων της ανθρωπότητας, ανυπόφορης όξυνσης των διεθνών ταξικών αντιφάσεων». Για την κατανόηση κάθε εθνικής εξέλιξης, ήταν απαραίτητο να εξεταστεί «η πολλαπλότητα των παραγόντων και ο αλληλοεπερεασμός των συγκρουόμενων δυνάμεων»[6].
Αυτό οδήγησε τον Τρότσκι να υποστηρίξει ότι «ο μελλοντικός πόλεμος μεταξύ Αιθιοπίας και Ιταλίας βρίσκεται στην ίδια σχέση με έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο όπως ο Βαλκανικός Πόλεμος του 1912 με τον Παγκόσμιο Πόλεμο του 1914-18. Πριν υπάρξει οποιοσδήποτε νέος μεγάλος πόλεμος, οι δυνάμεις θα πρέπει να αυτοανακηρυχθούν, και από αυτή την άποψη ο Αιθιοπικο-Ιταλικός πόλεμος θα καθορίσει τις θέσεις και θα υποδείξει τους συνασπισμούς»[7]. Στην πραγματικότητα, και των δύο παγκόσμιων πολέμων του εικοστού αιώνα προηγήθηκαν μικρότερες εθνικές συγκρούσεις, στις οποίες οι αντίπαλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις μέτρησαν τις δυνάμεις τους και δοκίμασαν τις πιθανές συμμαχίες τους πριν έρθουν σε άμεση αντιπαράθεση μεταξύ τους.
Ο δεύτερος Ιταλο-Αιθιοπικός Πόλεμος είχε ως κύριο χαρακτηριστικό τον αντιαποικιακό αγώνα. Έτσι, ο Τρότσκι κάλεσε τους επαναστάτες να υιοθετήσουν μια αποφασιστική στρατιωτική τοποθέτηση απέναντι στην Αιθιοπία: «είμαστε υπέρ της ήττας της Ιταλίας και της νίκης της Αιθιοπίας, και γι’ αυτό πρέπει να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να εμποδίσουμε με όλα τα διαθέσιμα μέσα την υποστήριξη του ιταλικού ιμπεριαλισμού από τις άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και ταυτόχρονα να διευκολύνουμε όσο καλύτερα μπορούμε την παράδοση οπλισμού κ.λπ. στην Αιθιοπία».[8] Το διακύβευμα για τους επαναστάτες διεθνιστές ήταν η υποχρέωση να υποστηρίξουν υλικά και στρατιωτικά το δικαίωμα του καταπιεσμένου έθνους στην αυτοδιάθεση. Ο Τρότσκι απέρριπτε τη φιλελεύθερη διατύπωση ότι η διαμάχη διεξαγόταν μεταξύ «αστικών δημοκρατιών» και «φασισμού». Εκείνη την εποχή, η Αιθιοπία βρισκόταν υπό την εξουσία ενός φεουδαρχικού κράτους και πολλοί από τους Συμμάχους κυβερνούσαν τις αποικίες σαν τύραννοι.
Στο πλαίσιο του επανεξοπλισμού των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και της αυξανόμενης οικονομικής σύγκρουσης, ήταν επιτακτική ανάγκη να αντιταχθεί κανείς στις κυρώσεις που επέβαλαν οι Σύμμαχοι στην Ιταλία και τις οποίες υποκριτικά δικαιολογούσαν στο όνομα της υποστήριξης του αιθιοπικού λαού.[9] Οι κυρώσεις αυτές ήταν απλώς η προσπάθεια του ενός ιμπεριαλιστικού μπλοκ να αποδυναμώσει το άλλο και να κλιμακώσει τον οικονομικό τους πόλεμο.
Η εναντίωση σε όλους τους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς των δυνάμεων και η σθεναρή καταγγελία του επανεξοπλισμού ήταν επίσης ζωτικής σημασίας.[10] Όπως υποστήριξε ο Τρότσκι, «είναι απαραίτητο να εκθέσουμε με επιμέλεια όχι μόνο τον ανοιχτό στρατιωτικό προϋπολογισμό αλλά και όλες τις συγκαλυμμένες μορφές του μιλιταρισμού, μην αφήνοντας χωρίς αντίλογο τους πολεμικούς ελιγμούς, τον στρατιωτικό εξοπλισμό, τις διαταγές κ.λπ.». Οποιαδήποτε σοσιαλιστική πολιτική έπρεπε να αντιμετωπίσει τη διπλή φύση του πολέμου, κατανοώντας ταυτόχρονα και διαλεκτικά αυτές τις δύο αντιφατικές δυναμικές, αντί είτε να τις απομονώνει τυπικά είτε να τις αντιμετωπίζει «σταδιακά». Δηλαδή, ενώ υποστήριζαν τον κυρίαρχο αγώνα της εθνικής απελευθέρωσης, οι επαναστάτες είχαν την υποχρέωση να εμποδίσουν να εξελιχθεί η ενδοϊμπεριαλιστική σύγκρουση προς την καταστροφική της κατάληξη στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Ιταλο-Αιθιοπικού Πολέμου, αυτό το είδος διεθνιστικής αλληλεγγύης συγκεκριμενοποιήθηκε με ενιαίες διαδηλώσεις των εργατών, της νεολαίας και της μαύρης διασποράς, οι οποίες ήταν ανεξάρτητες από τις καπιταλιστικές κυβερνήσεις. Αυτές οι δυνάμεις έστειλαν άμεση υλική βοήθεια στον αιθιοπικό λαό και ξεκίνησαν εργατικές πρωτοβουλίες για την επιβολή εργατικών κυρώσεων κατά της Ιταλίας μέσω άμεσων ενεργειών, όπως, για παράδειγμα, η διακοπή της ναυσιπλοΐας. Το 1935, μέλη της μαύρης διασποράς στο Λονδίνο οργάνωσαν τη Διεθνή Οργάνωση Αφρικανών Φίλων της Αιθιοπίας (IAFE/ International African Friends of Ethiopia), με επικεφαλής τους Έιμι Άσγουντ Γκάρβεϊ, Σ. Λ. Ρ. Τζέιμς και Τζορτζ Πάντμορ.[11] Η IAFE διοργάνωσε μαζικές συναντήσεις αλληλεγγύης και διαδηλώσεις. Αντίστοιχα, στις Ηνωμένες Πολιτείες, η μαύρη διασπορά διοργάνωσε διαδηλώσεις αλληλεγγύης στον αιθιοπικό αγώνα στο Χάρλεμ.[12] Ο Α. Φίλιπ Ράντολφ, ο ηγέτης της Αδελφότητας των Αχθοφόρων Υπναμαξών, η οποία έγινε το πρώτο συνδικάτο εργαζομένων υπό την ηγεσία των μαύρων στην Αμερικανική Ομοσπονδία Εργασίας, συγκέντρωσε υλική βοήθεια για να την αποστείλει άμεσα για την υποστήριξη της αιθιοπικής αντίστασης.
Οι εργατικές κυρώσεις κατά της Ιταλίας ήταν αντίθετες προς τις κυβερνητικές κυρώσεις, καθώς έδιναν στους εργάτες την πολιτική δυνατότητα να εκφράσουν την ανεξάρτητη θέση τους, η οποία απέρριπτε τόσο την επιθετικότητα της Ιταλίας όσο και τη στρατιωτική κλιμάκωση από τη δική τους κυβέρνηση. Για παράδειγμα, στη Βρετανία, το Ανεξάρτητο Εργατικό Κόμμα (ILP / Independent Labor Party) εξέδωσε φυλλάδια που προέτρεπαν τα συνδικάτα να σχηματίσουν « Πανεργατική Επιτροπή Δράσης Εργαζομένων» σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τον αιθιοπικό λαό. Ο Σ. Λ. Ρ. Τζέιμς, ενώ ηγείτο των δράσεων αλληλεγγύης στο ILP, απευθυνόταν στους εργάτες που «αγωνιούσαν να βοηθήσουν τον αιθιοπικό λαό» και τους παρότρυνε «να οργανωθείτε ανεξάρτητα και με τις δικές σας κυρώσεις, τη χρήση της δικής σας δύναμης, να βοηθήσετε τον αιθιοπικό λαό....Ας πολεμήσουμε όχι μόνο τον ιταλικό ιμπεριαλισμό, αλλά και τους άλλους ληστές και καταπιεστές, τον γαλλικό και τον βρετανικό ιμπεριαλισμό». Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Εργατικό Κόμμα υποστήριξε επίσης «τις ανεξάρτητες κυρώσεις της εργατικής τάξης, τα δικά της μποϊκοτάζ, απεργίες, ταμεία για την άμυνα, μαζικές διαδηλώσεις που μπορούν να βοηθήσουν τις μάχες των λαών της Αιθιοπίας και όχι τις κυρώσεις του χρηματιστικού κεφαλαίου και των κρατών-μαριονετών του»[13].
Οι εθνικοί απελευθερωτικοί αγώνες εν μέσω ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών σήμερα
Αυτή η μεθοδολογία είναι εξαιρετικά χρήσιμη για την οικοδόμηση αλληλεγγύης με τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες στη σημερινή ιμπεριαλιστική τάξη. Για να ξεκινήσουμε με την Ουκρανία, το καθεστώς του Πούτιν έδωσε συνέχεια στην κατάληψη της Κριμαίας και τμημάτων του Ντονμπάς το 2014 με μια απόπειρα εισβολής και κατοχής της Ουκρανίας σε πλήρη κλίμακα τον Φεβρουάριο του 2022. Ισχυρίστηκε ότι επρόκειτο για έναν «αμυντικό» πόλεμο για να σταματήσει την επέκταση του ΝΑΤΟ. Η αιτιολόγηση του Πούτιν ήταν, φυσικά, ένα ψέμα. Το κύριο κίνητρο του ρωσικού ιμπεριαλισμού είναι να επαναβεβαιώσει για να κατοχυρώσει τον έλεγχό του στην Ουκρανία, τους φυσικούς της πόρους και τις επενδύσεις εντός τόσο της χώρας αυτής όσο και άλλων χωρών στο εγγύς εξωτερικό του, όπως η Λευκορωσία, το Καζακστάν και η Γεωργία. Όπως έχει εξηγήσει η Χάνα Περεχόντα, ο Πούτιν στοχεύει να οικοδομήσει τη ρωσική αυτοκρατορία, να αναζωπυρώσει τον ρωσικό εθνικισμό (ιδίως την παλιά εμμονή του να «μετατρέψει τους Ουκρανούς σε Ρώσους») και να καταστείλει τα εγχώρια κινήματα που αγωνίζονται για δημοκρατικά δικαιώματα και καλύτερες συνθήκες διαβίωσης[14].
Φυσικά, όπως και ο Ιταλο-Αιθιοπικός Πόλεμος, ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει τόσο μια πρωτεύουσα σύγκρουση (δηλαδή τον πόλεμο της Ουκρανίας για την απελευθέρωση από την ιμπεριαλιστική επιθετικότητα του Πούτιν) όσο και μια δευτερεύουσα (δηλαδή τον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό μεταξύ της Ρωσίας και του νατοϊκού μπλοκ της Ουάσιγκτον για οικονομική, πολιτική και στρατιωτική κυριαρχία στην Ουκρανία και την Ανατολική Ευρώπη). Αυτή η δευτερεύουσα σύγκρουση, ενώ παραμένει στο παρασκήνιο, τροφοδοτεί ενεργά τη σύγκρουση.
Μόνο οι εξελίξεις στον πόλεμο θα καθορίσουν αν αυτή η δευτερεύουσα αντιπαράθεση θα γίνει η κυρίαρχη. Προς το παρόν, το πρωταρχικό χαρακτηριστικό του πολέμου είναι η εθνική απελευθέρωση. Ενώ το ΝΑΤΟ και η Ρωσία δεν βρίσκονται σε άμεση εμπόλεμη κατάσταση, αυτό μπορεί να αλλάξει. Για παράδειγμα, αν το ΝΑΤΟ αναλάβει τον άμεσο έλεγχο του στρατού της Ουκρανίας ή αναπτύξει τις δικές του δυνάμεις σε άμεση σύγκρουση με τον ρωσικό στρατό, ο χαρακτήρας του πολέμου θα αλλάξει ποιοτικά σε έναν πιο άμεσα ενδοϊμπεριαλιστικό πόλεμο.
Ο σημερινός αγώνας για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης περιέχει επίσης δύο αντιφάσεις που βρίσκονται σε ιεραρχική σχέση μεταξύ τους. Είναι πρωτίστως ο αγώνας του παλαιστινιακού λαού ενάντια στην ισραηλινή αποικιοκρατία των εποίκων και τους υποστηρικτές της στο δυτικό ιμπεριαλιστικό μπλοκ (κυρίως τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση). Ταυτόχρονα, η σύγκρουση αυτή περιλαμβάνει επίσης, αν και έμμεσα, μια ενδοϊμπεριαλιστική σύγκρουση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας, καθώς και της Κίνας, για την ηγεμονία στη Μέση Ανατολή.
Ο ρωσικός ιμπεριαλισμός παίζει προς το παρόν και με τις δύο πλευρές στην περιοχή. Υποστηρίζει το Ιράν ως στρατηγικό στρατιωτικό και πολιτικό σύμμαχο, ενώ παράλληλα διατηρεί σχέσεις με το Ισραήλ (παρά την κριτική στο γενοκτονικό του σχέδιο), πουλάει πετρέλαιο στο Τελ Αβίβ και υποστηρίζει τις συμφωνίες του Αβραάμ και την εξομάλυνση των σχέσεων του Ισραήλ.[15]
Από την πλευρά της, η Κίνα παίζει επίσης και με τις δύο πλευρές. Έχει στραφεί στη διπλωματία για να μεσολαβήσει στην ενότητα της παλαιστινιακής αντίστασης και να υποστηρίξει τη λεγόμενη λύση των δύο κρατών, ενώ πιέζει το Ιράν (με το οποίο υπέγραψε συμφωνία οικονομικής συνεργασίας το 2021) να μην εισέλθει σε άμεσο πόλεμο με το Ισραήλ.[16] Κατά τη διάρκεια της τελευταίας κλιμάκωσης μεταξύ Ιράν και Ισραήλ τον Απρίλιο, η Κίνα κάλεσε «τα εμπλεκόμενα μέρη να επιδείξουν ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση για να αποτρέψουν περαιτέρω κλιμάκωση». Ταυτόχρονα, η Κίνα επέκτεινε σε μεγάλο βαθμό τις εμπορικές συναλλαγές με το Ισραήλ του Νετανιάχου.[17] Αύξησε τις επενδύσεις και έγινε ο δεύτερος μεγαλύτερος επενδυτής στο Ισραήλ μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες.[18] Το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων αυτών αφορά τα λιμάνια, τις τηλεπικοινωνίες, την ενέργεια και την τεχνολογία του Ισραήλ -ιδιαίτερα τα συστήματα επιτήρησης, τα οποία το Πεκίνο έχει αναπτύξει εναντίον ολόκληρου του πληθυσμού του, ιδιαίτερα εναντίον των κατά κύριο λόγο μουσουλμάνων Ουιγούρων στο Σιντζιάνγκ.[19] Ως αποτέλεσμα αυτού του εμπορίου και των επενδύσεων, η Κίνα είναι πλέον ο δεύτερος μεγαλύτερος εισαγωγέας ισραηλινών προϊόντων και ο μεγαλύτερος εξαγωγέας προς το σιωνιστικό κράτος.[20] Η Κίνα έχει επίσης τεράστιες επενδύσεις στα γύρω κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Σαουδικής Αραβίας, η οποία εντάχθηκε στην Πρωτοβουλία της Belt and Road Initiative (BRI / Πρωτοβουλία μιας Ζώνης και ενός Δρόμου), ύψους 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων. Ο στόχος του κινεζικού ιμπεριαλισμού στην περιοχή δεν είναι η απελευθέρωση των Παλαιστινίων, αλλά η διατήρηση των οικονομικών του συμφερόντων, η πρόσβασή του στα ορυκτά καύσιμα και οι τεράστιες επενδύσεις του στην BRI. Δηλαδή, στόχος της Κίνας είναι η προστασία βασικών πόρων που τη βοηθούν να ανταγωνιστεί τον αυτοκρατορικό της αντίπαλο, τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αντιμετωπίζοντας τις «ιμπεριαλιστικές μεθοδεύσεις»
Το κύριο καθήκον για τους επαναστάτες σε τέτοιες συγκρούσεις είναι να πάρουν μια θέση αρχής για υλική αλληλεγγύη με τους αγώνες των καταπιεσμένων χωρίς να παρέχουν καμία υποστήριξη στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που προσπαθούν να τους καταχραστούν για τους δικούς τους σκοπούς. Στη δεκαετία του 1930, η Βρετανία και η Γαλλία παρουσίασαν την πολιτική των κυρώσεων κατά της Ιταλίας σαν «υποστήριξη» του αιθιοπικού αγώνα, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες έστειλαν επιλεκτική υλική βοήθεια στην Κίνα για να αποδυναμώσουν την Ιαπωνία. Οι «φιλικοί» ιμπεριαλισμοί προσπάθησαν γρήγορα να προσεταιριστούν τις ηγεσίες αυτών των απελευθερωτικών πολέμων, παριστάνοντας τους «συμμάχους», ενώ στην πραγματικότητα προσπαθούσαν μόνο να υπονομεύσουν τους αντίστοιχους αντιπάλους τους και να κερδίσουν νομιμοποίηση για τις δικές τους λεηλασίες.
Ο Τρότσκι αποκάλεσε αυτά τα δόλια ιμπεριαλιστικά τεχνάσματα από τα πάνω «ιμπεριαλιστικές μεθοδεύσεις», οι οποίες προσπαθούσαν να χειραγωγήσουν τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα για τα καπιταλιστικά τους συμφέροντα και να δημιουργήσουν σύγχυση και να διχάσουν το εργατικό κίνημα, εμποδίζοντας έτσι την ανεξάρτητη και αποτελεσματική διεθνή αλληλεγγύη. Αντίστοιχα, σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση προσποιούνται ότι υπερασπίζονται το δικαίωμα της Ουκρανίας στην αυτοδιάθεση ενάντια στη ρωσική εισβολή με κυρώσεις κατά της Μόσχας και στέλνοντας όπλα με το σταγονόμετρο στην Ουκρανία. Εν τω μεταξύ, η Ρωσία και η Κίνα παριστάνουν τους συμμάχους του παλαιστινιακού λαού εξοπλίζοντας το Ιράν, ενώ παράλληλα διατηρούν υποκριτικά τους καπιταλιστικούς δεσμούς τους με το Ισραήλ.
Τέτοιες ιμπεριαλιστικές μεθοδεύσεις αποτελούν μεγάλη πρόκληση για την ανάπτυξη της διεθνούς αλληλεγγύης από την προοπτική της εργατικής τάξης. Για να τις νικήσουμε, μια αντιιμπεριαλιστική και διεθνιστική πολιτική αρχών πρέπει να εκφράσει και να κινητοποιήσει την άνευ όρων συγκεκριμένη και υλική υποστήριξη όλων των κινημάτων για τη δημοκρατία και την απελευθέρωση, ενώ ταυτόχρονα να αντιταχθεί σε όλα τα ιμπεριαλιστικά κράτη -συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προσποιούνται ότι παίζουν «προοδευτικούς» ρόλους- και να προειδοποιήσει ενάντια στην επιρροή που προσπαθούν να αναπτύξουν αυτά τα κράτη σε αυτά τα κινήματα.
Σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν το πιο κραυγαλέο παράδειγμα ιμπεριαλιστικών μεθοδεύσεων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μια νίκη της ουκρανικής αντίστασης θα δώσει αυτοπεποίθηση σε άλλους λαούς που καταπιέζονται από το καθεστώς Πούτιν στη Γεωργία, τη Λευκορωσία, το Καζακστάν και σε όλη την πρώην αυτοκρατορία της Ρωσίας. Αυτοί, μαζί με τις καταπιεσμένες εθνότητες εντός της Ρωσίας και τον ρωσικό εργαζόμενο λαό στο σύνολό του, θα ενθαρρυνθούν να υπερασπιστούν τα δημοκρατικά τους δικαιώματα και τα αιτήματά τους για κοινωνική ισότητα.
Ωστόσο, οι μεθοδεύσεις Μπάιντεν-ΝΑΤΟ-ΕΕ-Ζελένσκι σπέρνουν μια απατηλή ελπίδα ότι η ουκρανική εργατική τάξη μπορεί να βασιστεί στον δυτικό ιμπεριαλισμό για να νικήσει τον ρωσικό ιμπεριαλισμό. Αυτό το τέχνασμα είναι παραπλανητικό και επικίνδυνο: προκαλεί σύγχυση στην ταξική συνείδηση και συσκοτίζει τον πραγματικό δρόμο προς την πραγματική αυτοδιάθεση και ανεξαρτησία του ουκρανικού λαού.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν έδειξε για άλλη μια φορά τον ανάλγητο κυνισμό που κρύβεται πίσω από τα «δημοκρατικά» της χρώματα. Το τελευταίο συμπληρωματικό πακέτο στρατιωτικής βοήθειας που εγκρίθηκε τον Μάιο του 2024 απεικονίζει τέλεια αυτή τη σιβυλλική παραπλάνηση.[21] Από τα επιπλέον 95 δισεκατομμύρια δολάρια που εγκρίθηκαν, τα 61 δισεκατομμύρια δολάρια προορίζονται για «βοήθεια προς την Ουκρανία». Στην πραγματικότητα το 37% αυτού του τμήματος προορίζεται για την παραγωγή όπλων από τις ΗΠΑ για την ανανέωση του οπλοστασίου της, το 18% για την ενίσχυση της παρουσίας του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη και μόνο το 22% (14 δισεκατομμύρια δολάρια) για την άμεση αποστολή όπλων στην Ουκρανία.[22] 26 δισεκατομμύρια δολάρια από το συνολικό πακέτο βοήθειας θα χρηματοδοτήσουν τη γενοκτονία του παλαιστινιακού λαού από το Ισραήλ, ενώ τα υπόλοιπα 8 δισεκατομμύρια δολάρια προορίζονται για την αντιμετώπιση της Κίνας στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού.
Το μήνυμα για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον παγκόσμιο πληθυσμό είναι ότι η υποστήριξη των εθνικοαπελευθερωτικών προσπαθειών στην Ουκρανία συνοδεύεται από το τριπλό τίμημα: πρώτον, τον μαζικό ανεφοδιασμό του στρατού των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΝΑΤΟ, ενώ επιταχύνεται η στρατιωτικοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεύτερον, την αύξηση της χρηματοδότησης της γενοκτονίας του παλαιστινιακού λαού και τρίτον, τη βοήθεια των Ηνωμένων Πολιτειών στην προετοιμασία ενός επερχόμενου τρίτου παγκόσμιου πολέμου με την Κίνα.[23]
Αυτή η δυτική «βοήθεια» είχε ως αποτέλεσμα να βρεθεί ο ουκρανικός λαός σε δύσκολη θέση. Υπό την πίεση των δυτικών πιστωτών και του συστήματος χρέους τους, η κυβέρνηση του Ζελένσκι έχει περάσει νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις ιδιωτικοποιήσεων από τότε που ανέλαβε την εξουσία και σήμερα ξεπουλάει τη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο σε διαδοχικές συνόδους κορυφής για την ειρήνη και την ανασυγκρότηση.[24] Επιπλέον, η κυβέρνηση επιβάλλει αντεργατικά μέτρα και περικοπές στα κοινωνικά δικαιώματα εν μέσω του σημερινού πολέμου.[25] Για να απαλλαγεί από την αιματηρή ρωσική κατοχή, ο Ζελένσκι λέει στον ουκρανικό λαό να παραδώσει τον πλούτο του στον αρπακτικό δυτικό καπιταλισμό, υποθηκεύοντας το μέλλον της εθνικής του κυριαρχίας.
Απέναντι σε αυτόν τον βρώμικο εκβιασμό, οι σοσιαλιστές πρέπει να απορρίψουν κάθε στρατιωτικό προϋπολογισμό που εξυπηρετεί τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα των ΗΠΑ και της ΕΕ και παγιδεύει την Ουκρανία στο νεοαποικιακό χρέος. Θα πρέπει αντίθετα να προτείνουμε ανεξάρτητες εναλλακτικές λύσεις αλληλεγγύης της εργατικής τάξης, καθώς και να αρθρώσουμε και να αναδείξουμε τους δεσμούς αμοιβαίας αλληλεγγύης μεταξύ των ξεχωριστών προοδευτικών αγώνων που οι αντίπαλοι ιμπεριαλισμοί προσπαθούν να διαιρέσουν και να τους φέρουν αντιμέτωπους μεταξύ τους.
Γι’ αυτό ήταν καθοριστικής σημασίας, για παράδειγμα, το γεγονός ότι οι υποστηρικτές της Ουκρανίας έδειξαν αλληλεγγύη στον παλαιστινιακό αγώνα.[26] Η συγκρότηση της Ομάδας Αλληλεγγύης Ουκρανίας-Παλαιστίνης, η οποία διαφοροποιήθηκε από τη νεοφιλελεύθερη και φιλοϊμπεριαλιστική κυβέρνηση του Ζελένσκι, ήταν ιδιαίτερα σημαντική. Στο «Γράμμα Αλληλεγγύης στον Παλαιστινιακό Λαό», αναφέρεται: «απορρίπτουμε τις δηλώσεις της ουκρανικής κυβέρνησης που εκφράζουν την άνευ όρων υποστήριξη των στρατιωτικών ενεργειών του Ισραήλ [στο βαθμό που] η θέση αυτή αποτελεί υποχώρηση από την υποστήριξη των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων και την καταδίκη της ισραηλινής κατοχής, την οποία η Ουκρανία ακολουθεί εδώ και δεκαετίες»[27].
Αντίστοιχα, η ανεξάρτητη πλατφόρμα «Για μια ειρήνη λαϊκή και όχι αυτοκρατορική!» διέλυσε την ψευδή εξίσωση μεταξύ της βοήθειας προς την Ουκρανία και της υποστήριξης της ανάπτυξης του ΝΑΤΟ. Η πλατφόρμα διακηρύσσει ότι:
«Μια αποτελεσματική στρατιωτική υποστήριξη της Ουκρανίας δεν απαιτεί ένα νέο κύμα εξοπλισμών. Είμαστε αντίθετοι στα προγράμματα επανεξοπλισμού του ΝΑΤΟ και στις εξαγωγές όπλων σε τρίτες χώρες. Αντ’ αυτού, οι χώρες της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής πρέπει να παράσχουν όπλα από αυτά που ήδη διαθέτουν με τα τεράστια οπλοστάσιά τους για να βοηθήσουν την Ουκρανία να αμυνθεί αποτελεσματικά. Με αυτή την έννοια, απαιτούμε η βιομηχανία όπλων να μη λειτουργεί για να εξυπηρετεί τα κέρδη του κεφαλαίου – αντίθετα, θέλουμε να εργαστούμε προς την κατεύθυνση της κοινωνικής ιδιοποίησης της βιομηχανίας όπλων. Αυτή η βιομηχανία θα πρέπει να εξυπηρετεί τα άμεσα συμφέροντα της Ουκρανίας. Ταυτόχρονα, για κοινωνικούς και επείγοντες οικολογικούς λόγους, υπογραμμίζουμε την επιτακτική ανάγκη να μετατραπεί δημοκρατικά η βιομηχανία όπλων σε κοινωνικά χρήσιμη παραγωγή σε παγκόσμια κλίμακα.»[28]
Ενάντια στη χειραγώγηση και τις στρεβλώσεις των αντίπαλων ιμπεριαλισμών, όλα τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα και οι δημοκρατικοί αγώνες πρέπει να διατηρήσουν την πολιτική τους ανεξαρτησία από τα καπιταλιστικά κράτη και τους ιμπεριαλιστές συμμάχους τους. Πρέπει να υπερασπιστούμε άνευ όρων το δικαίωμα της αυτοάμυνας όλων των καταπιεσμένων λαών, το οποίο περιλαμβάνει το δικαίωμά τους να ζητούν και να δέχονται όλη την υλική και στρατιωτική βοήθεια από οποιαδήποτε πηγή που είναι απαραίτητη για την επίτευξη της απελευθέρωσής τους.
Αλλά αυτό δεν απαλλάσσει τους διεθνιστές από το να προειδοποιούν ότι κάθε ιμπεριαλιστική βοήθεια συνοδεύεται από όρους και προϋποθέσεις και από το να επισημαίνουν τις επικίνδυνες επιπτώσεις της. Αντιμετωπίζοντας όλες αυτές τις αντιφάσεις, η αριστερά πρέπει να υποστηρίξει τη μόνη αποτελεσματική πολιτική στρατηγική: την οικοδόμηση ενός ανεξάρτητου και ταξικού δρόμου για τη σφυρηλάτηση της αλληλεγγύης μεταξύ των εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων τόσο εντός όσο και εκτός κάθε χώρας.
Το καθήκον των επαναστατών σε αυτή την ιμπεριαλιστική εποχή είναι ακριβώς να κατανοήσουν τις αναρίθμητες συγκρούσεις μέσα σε κάθε αγώνα και την εσωτερική ταξική δυναμική του και να προωθήσουν πρωτοβουλίες και πλατφόρμες κοινού αγώνα που μπορούν να αμφισβητήσουν και να νικήσουν τις ιμπεριαλιστικές μεθοδεύσεις. Μόνο με μια τέτοια συνεπή διεθνιστική προσέγγιση μπορεί να οικοδομηθεί στην πράξη η ταξική αλληλεγγύη σε παγκόσμια κλίμακα και να κερδίσουμε τη συλλογική μας απελευθέρωση.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Blanca Missé, “From Ukraine to Palestine. The Challenges of Consistent Internationalism”, Spectre, 17 Σεπτεμβρίου 2024, https://spectrejournal.com/from-ukraine-to-palestine/.
Σημειώσεις
[1] Vinita Srivastava, “As war rages in Sudan, community resistance groups sustain life [interview with Nisrin Elamin]”, Conversation, 30 Μαΐου 2024, https://theconversation.com/as-war-rages-in-sudan-community-resistance-groups-sustain-life-229885· Joseph Daher, “Syria’s Protest Movement: A Breath of Resistance from 2011”, Spectre, 6 Οκτωβρίου 2023, https://spectrejournal.com/syrias-protest-movement/.
[2] Ashley Smith, “As US-China Tensions Mount, We Must Resist the Push Toward Interimperialist War”, Truthout, 4 Μαΐου 2023, https://truthout.org/articles/as-us-china-tensions-mount-we-must-resist-the-push-toward-interimperialist-war/.
[3] Leon Trotsky, “Introduction to the First (Russian) Edition” στο The Permanent Revolution, (Βερολίνο: Left Opposition, 1930), διαθέσιμο στη διεύθυνση https://www.marxists.org/archive/trotsky/1931/tpr/prre.htm [Λέον Τρότσκι, Η Διαρκής Επανάσταση, Εργατική Δημοκρατία, Αθήνα 1998, σελ. 18].
[4] Ashley Smith, “U.S and China Conflict: The 21st Century’s Inter-Imperial Rivalry”, New Politics, 28 Αυγούστου 2019, https://newpol.org/u-s-and-china-conflict-the-21st-centurys-central-inter-imperial-rivalry/.
[5] Blanca Missé, “Some lessons from the 1930s Ethiopian and Chinese national liberation wars”, Journal of Socialist Theory, τόμος 51, τεύχος 1 (2023): 141–60, https://doi.org/10.1080/03017605.2023.2238441.
[6] Leon Trotsky, War and the Fourth International, Pioneer Publishers, Νέα Υόρκη 1934, διαθέσιμο στη διεύθυνση https://www.marxists.org/archive/trotsky/1934/06/warfi.htm [Λέον Τρότσκι, Ο Πόλεμος και η Τέταρτη Διεθνής, Αλλαγή, Αθήνα 1984, σελ. 11 και σελ. 14].
[7] Leon Trotsky, “A Report in Arbeiderbladet”, στο Writing of Leon Trotsky, τόμος 8, 1935-36, Νέα Υόρκη 1977, σσ. 53-57. Διαθέσιμο στο https://wikirouge.net/texts/en/A_Report_in_Arbeiderbladet.
[8] Leon Trotsky, “The Italo-Ethiopian Conflict”, στο Writings of Leon Trotsky, τόμος 8, 1935–36, Pathfinder, Νέα Υόρκη 1977), διαθέσιμο στη διεύθυνση https://wikirouge.net/texts/en/Letter_to_the_International_Secretariat,_July_17,_1935.
[9] C. L. R. James, “The Workers and Sanctions: Why the I.L.P and Communists Take an Opposite View”, New Leader, 25 Οκτωβρίου 1935, διαθέσιμο στη διεύθυνση https://www.marxists.org/archive/james-clr/works/1935/10/sanctions.htm.
[10] Leon Trotsky, War and the Fourth International, ό.π.
[11] Joseph Fronczak, “Local People’s Global Politics”, Diplomatic History, τόμος 39, τεύχος 2 (2015): σσ. 245–74, https://doi.org/10.1093/dh/dht127.
[12] Ruth Ben-Ghiat, “When fascist aggression in Ethiopia sparked a movement of Black solidarity”, Washington Post, 3 Αυγούστου 2020, https://www.washingtonpost.com/outlook/2020/08/03/when-fascist-aggression-ethiopia-sparked-movement-black-solidarity/.
[13] “War Flames Sweep Ethiopia”, New Militant, 5 Οκτωβρίου 1935, διαθέσιμο στο https://www.marxists.org/history/etol/newspape/themilitant/1935/oct-05-1935.pdf.
[14] Hanna Perokhoda, “Unraveling Russian State Anxieties”, Posle, 24 Φεβρουαρίου 2024, https://posle.media/language/en/unraveling-russian-state-anxieties/.
[15] Emil Avdaliani, “Iran and Russia Enter a New Level of Military Cooperation”, Stimson, 6 Μαρτίου 2024, available at https://www.stimson.org/2024/iran-and-russia-enter-a-new-level-of-military-cooperation/· Nina Lakhani “Revealed: How the global oil industry is fueling Israel’s war on Gaza”, Guardian, 14 Μαρτίου 2024, https://www.theguardian.com/world/2024/mar/14/global-oil-industry-impact-israel-gaza-war· Hanna Notte, “What Russia Wants in the Middle East”, Foreign Affairs, 15 Ιουλίου 2024, https://www.foreignaffairs.com/russia/what-russia-wants-middle-east.
[16] Ahmed Aboudouh, “The Fatah-Hamas agreement increases Chinese influence in Palestinian affairs, but the road to unity is rocky”, Chatham House, 24 Ιουλίου 2024, https://www.chathamhouse.org/2024/07/fatah-hamas-agreement-increases-chinese-influence-palestinian-affairs-road-unity-rocky· Associated Press, “Iran seeks to expand its military cooperation with China”, AP News, 27 Απριλίου 2022, https://apnews.com/article/middle-east-china-iran-tehran-ebrahim-raisi-ea72d03c548cce8ab1863edb02485e68.
[17] “Israel’s ties with China are raising security concerns”, Economist, 11 Οκτωβρίου 2018, https://www.economist.com/middle-east-and-africa/2018/10/11/israels-ties-with-china-are-raising-security-concerns.
[18] Sercan Çalışkan, “Understanding China’s Position on the Israel-Palestine Conflict”, Diplomat, 23 Δεκεμβρίου 2023, https://thediplomat.com/2023/12/understanding-chinas-position-on-the-israel-palestine-conflict/.
[19] Palestine Solidarity Action Network, “Between Chinese Surveillance and Israeli Settler Colonialism”, Anti Capitalist Resistance, 10 Αυγούστου 2024, https://anticapitalistresistance.org/between-chinese-surveillance-and-israeli-settler-colonialism/.
[20] Will China’s ties with Israel survive the Gaza war”, Economist, 10 Απριλίου 2024, https://www.economist.com/china/2024/04/10/will-chinas-ties-with-israel-survive-the-gaza-war.
[21] C. Todd Lopez, “Supplemental Bill Becomes Law, Provides Billions in Aid for Ukraine, Israel, Taiwan”, US Department of Defense, 24 Απριλίου 2024, https://www.defense.gov/News/News-Stories/Article/article/3754718/supplemental-bill-becomes-law-provides-billions-in-aid-for-ukraine-israel-taiwan/.
[22] Mansur Mirovalev, “Ukraine welcomes delayed US aid but few say they expect Russia’s defeat”, Al Jazeera, 25 Απριλίου 2024, https://www.aljazeera.com/features/2024/4/25/ukrainians-welcome-delayed-us-aid-but-doubt-it-signals-russias-defeat.
[23] Sophia Besch, “Understanding the EU’s New Defense Industrial Strategy”, Emissary (blog), 8 Μαρτίου 2024, https://carnegieendowment.org/posts/2024/03/understanding-the-eus-new-defense-industrial-strategy?lang=en.
[24] Ben Reicher and Frederic Mousseau, “Who Really Benefits from the Creation of a Land Market in Ukraine?”, Oakland Institute, 6 Αυγούστου 2021, https://www.oaklandinstitute.org/blog/who-really-benefits-creation-land-market-ukraine· Blanca Missé, “Real Peace in Ukraine Means Ending Russian Invasion and US-EU Neocolonial Debt”, Truthout, 26 Ιουνίου 2023, https://truthout.org/articles/real-peace-in-ukraine-means-ending-russian-invasion-and-us-eu-neocolonial-debt/.
[25] Serhiy Guz, “Ukraine’s government dismantles labour rights during the war”, openDemocracy, 18 Μαρτίου 2022, https://www.opendemocracy.net/en/odr/ukraine-suspends-labour-law-war-russia/· Serhiy Guz, “Ukraine’s latest economic reforms threaten workers’ social benefits”, openDemocracy, 12 Οκτωβρίου 2022, https://www.opendemocracy.net/en/odr/ukraine-social-insurance-pension-fund-merger-unions/.
[26] Ukraine Solidarity Network, “From Ukraine to Palestine: Occupation is a Crime!”, Ukraine Solidarity Network – US, 5 Νοεμβρίου 2023, https://www.ukrainesolidaritynetwork.us/from-ukraine-to-palestine-occupation-is-a-crime/.
[27] Ukraine-Palestine Solidarity Group, “Ukrainian Letter of Solidarity with the Palestinian People”, Commons, 2 Νοεμβρίου 2023, https://commons.com.ua/en/ukrayinskij-list-solidarnosti/. [«Γράμμα αλληλεγγύης από την Ουκρανία προς τον Παλαιστινιακό λαό», e la libertà, 3 Νοεμβρίου 2023, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B5%CF%85%CF%81%CF%8E%CF%80%CE%B7-%CE%B2%CE%B1%CE%BB%CE%BA%CE%AC%CE%BD%CE%B9%CE%B1/9257-%CE%B3%CF%81%CE%AC%CE%BC%CE%BC%CE%B1-%CE%B1%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BB%CE%B5%CE%B3%CE%B3%CF%8D%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%BF%CF%85%CE%BA%CF%81%CE%B1%CE%BD%CE%AF%CE%B1-%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%82-%CF%84%CE%BF%CE%BD-%CF%80%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BD%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CF%8C-%CE%BB%CE%B1%CF%8C].
[28] Διάφοροι, “Ukraine: A people’s peace, not an imperial peace,” Links, 6 Ιουνίου 2024, https://links.org.au/ukraine-peoples-peace-not-imperial-peace/. [«Ουκρανία: Για μια ειρήνη λαϊκή και όχι αυτοκρατορική!», e la libertà, 10 Ιουνίου 2024, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B5%CF%85%CF%81%CF%8E%CF%80%CE%B7-%CE%B2%CE%B1%CE%BB%CE%BA%CE%AC%CE%BD%CE%B9%CE%B1/9628-%CE%BF%CF%85%CE%BA%CF%81%CE%B1%CE%BD%CE%AF%CE%B1-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AE%CE%BD%CE%B7-%CE%BB%CE%B1%CF%8A%CE%BA%CE%AE-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%8C%CF%87%CE%B9-%CE%B1%CF%85%CF%84%CE%BF%CE%BA%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%AE].